Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Τί είναι η νοητική υστέρηση- Εισαγωγή στην έννοια του όρου



Νοητική Υστέρηση

Η Νοητική Υστέρηση αναφέρεται σε μια παθολογική κατάσταση που εκδηλώνεται στην περίοδο ανάπτυξης, δηλαδή την περίοδο που αρχίζει από την σύλληψη και φτάνει ως το 16ο έτος της ηλικίας. Το παιδί με Νοητική Υστέρηση χαρακτηρίζεται από νοητική ικανότητα χαμηλότερη από το μέσο όρο των παιδιών της ίδιας χρονολογικής ηλικίας. Παράλληλα το παιδί αυτό διαθέτει μειωμένη ικανότητα προσαρμογής, η οποία αντικατοπτρίζεται συνήθως στην ωρίμανση κινητικών και αντιληπτικών ικανοτήτων, δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης, στην μάθηση και στην κοινωνική ένταξη. Η διάγνωση γίνεται από ψυχολόγους, χρησιμοποιώντας σταθμισμένα ψυχομετρικά τεστ για την μέτρηση διαφόρων κλιμάκων της νοημοσύνης.

Ταξινόμηση

Ανάλογα με τη βαρύτητά της, η νοητική υστέρηση ταξινομείται ως εξής: Ήπια: ΝΠ (Νοητικό Πηλίκο ή αλλιώς δείκτης νοημοσύνης). ) από 50-55 έως 70, Μέτρια: ΝΠ από 35-40 έως 50-55, Σοβαρή: ΝΠ από 20-25 έως 35-40, Βαριά: ΝΠ κάτω από 20 ή 25.

Αίτια

Υπάρχουν πάνω από 1.000 γνωστά οργανικά αίτια νοητικής υστέρησης, παρόλα αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις ατόμων με νοητική υστέρηση, η αιτιολογία της δεν είναι γνωστή. Ιδιαιτέρως, όσο αφορά την ήπια νοητική υστέρηση, η αιτιολογία είναι γνωστή μόνο στο ένα τέταρτο (1/4) των περιπτώσεων. Τα αίτια εμφάνισης της Νοητικής Υστέρησης μπορεί να είναι:
A. Προγεννητικά αίτια: 1. Κληρονομικοί παράγοντες, 2. Χρωμοσωμικές ανωμαλίες (σύνδρομο Down, σύνδρομο Klinefelter, σύνδρομο Turner), 3. Ασθένειες της εγκύου (λοιμώξεις, ερυθρά, ιλαρά, κοκ.), 4. Ανωμαλίες μεταβολισμού (PKU), 5. Ασυμβατότητα του Rh του αίματος της μητέρας με αυτό του εμβρύου, 6. Ανοξία, 7. Τραυματισμοί της εγκύου, 8. Κακή διατροφή, 9. Δηλητηριάσεις από μόλυβδο.
B. Περιγεννητικά αίτια: 1. Ανοξία, 2. Τραυματισμοί και αιμορραγία του εγκεφάλου, 3. Πρόωρη γέννηση.
Γ. Μεταγεννητικά αίτια: 1. Μολυσματικές ασθένειες, 2. Ατυχήματα, 3.Υψηλός πυρετός, 4. Μεταβολικές ανωμαλίες, 5. Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες (ιδρυματοποίηση, στερημένο εκπαιδευτικό περιβάλλον, συναισθηματική αποστέρηση).

Σύνδρομο Down

Το σύνδρομο Down (ή αλλιώς Τρισωμία 21 ή Τρισωμία G) περιγράφει μια χρωμοσωμική ανωμαλία, που περικλείει ένα σύνολο χαρακτηριστικών, τα οποία υπάρχουν εκ γενετής στους φορείς της γενετικής αυτής βλάβης και αφορούν παρεκκλίσεις στη σωματική διάπλαση, τη νοητική ανάπτυξη και την ψυχοκοινωνική εξέλιξή τους.
Η επίπτωση του συνδρόμου διεθνώς είναι 1:700 ως 1:800. Στην Ελλάδα κάποιες μελέτες προσδιορίζουν την αναλογία γεννήσεων παιδιών με σύνδρομο Down σε 1 στις 770 γεννήσεις.
Παράγοντας που επηρεάζει κρίσιμα την αναλογία αυτή αποτελεί η ηλικία της μητέρας, καθ' ότι στην ηλικία των 20 ετών η συχνότητα κυμαίνεται περίπου στο 1:2000 για να ανέλθει μετά τα 40 σε 1:100 ή λιγότερο. Άλλοι παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα γέννησης παιδιού με σύνδρομο Down αποτελούν η γέννηση προηγούμενου πάσχοντος παιδιού από τους ίδιους γονείς και η περίπτωση ένας γονέας να είναι φορέας του Μεταθετικού συνδρόμου Down.

Αιτιολογία

Το φυσιολογικό σωματικό κύτταρο έχει 46 χρωμοσώματα (σε 23 ζεύγη), ενώ το γεννητικό κύτταρο (γαμέτης) έχει 23 (ένα από κάθε ζεύγος των σωματικών). Ο σχηματισμός των γεννητικών κυττάρων γίνεται με μια διαδικασία κυτταρικής διαίρεσης, που λέγεται μείωση. Εκεί κατά την 1η μειωτική διαίρεση (ή σπανιότερα την 2η) το ζεύγος των χρωμοσωμάτων 21 δεν διαχωρίζεται. Αν αυτό το γεννητικό κύτταρο γονιμοποιηθεί, θα προκύψει έμβρυο με 3 χρωμοσώματα 21 (το αδιαχώριστο ζεύγος 21 του ενός γονέα και το χρωμόσωμα 21 του άλλου) και συνολικά 47 χρωμοσώματα. Η παραπάνω διαταραχή, όπου υπάρχει ολόκληρο τρίτο χρωμόσωμα 21 σε όλα τα κύτταρα, συμβαίνει στο 95% των περιπτώσεων του συνδρόμου. Το γεννητικό κύτταρο που φέρει τη διαταραχή προέρχεται συνήθως από τη μητέρα (ωάριο), γιατί τα αντίστοιχα άτυπα σπερματοζωάρια που φέρουν επιπλέον χρωμόσωμα 21, στις περισσότερες περιπτώσεις είτε δεν επιζούν, είτε δεν γονιμοποιούν.
Κάποια άτομα με σύνδρομο Down έχουν μεν το φυσιολογικό αριθμό των 46 χρωμοσωμάτων, αλλά ανευρίσκεται ένα τμήμα πλεονάζοντος χρωμοσώματος 21 προσκολλημένο πάνω σε άλλο χρωμόσωμα (μετάθεση). Τέτοια μετάθεση τμήματος του χρωμοσώματος 21 είναι συνηθέστερη προς το χρωμόσωμα 14 [t(21;14)] και σπανιότερα προς το χρωμόσωμα 22 [t(21;22)] ή άλλο. Έτσι ενώ ο συνολικός αριθμός χρωμοσωμάτων είναι φυσιολογικός, το τμήμα αυτό του χρωμοσώματος 21 υπάρχει 3 φορές στο γενετικό υλικό των κυττάρων αυτών των ατόμων, με συνέπεια την εκδήλωση του συνδρόμου. Η μετάθεση αυτή, όπου το γενετικό υλικό έχει μεταβληθεί ποσοτικά, καλείται μη ισόρροπη μετάθεση. Αυτή κληρονομείται από έναν γονέα, που είναι υγιής φορέας, δηλαδή φέρει κύτταρα, στα οποία ένα σκέλος του χρωμοσώματος 21 έχει προσκολληθεί σε ένα άλλο χρωμόσωμα, χωρίς όμως να μεταβληθεί ποσοτικά το συνολικό γενετικό υλικό. Αυτός είναι ο λόγος που ο γονέας φορέας δεν εκδηλώνει νόσο και μια τέτοια μετάθεση καλείται ισόρροπη μετάθεση. Η μορφή αυτή του συνδρόμου καλείται Μεταθετικό Σύνδρομο Down ή Μερική Τρισωμία 21.
Ο Μωσαϊκισμός Συνδρόμου Down είναι μια σπάνια (1-2%) περίπτωση, όπου στο ίδιο άτομο απαντώνται παράλληλα δύο κυτταρικές σειρές, μία φυσιολογική με 46 χρωμοσώματα και μια χαρακτηριστική του συνδρόμου Down με 47 χρωμοσώματα (τρισωμικά κύτταρα). Αυτό είναι δυνατό, γιατί το κυτταρικό "σφάλμα" στην περίπτωση αυτή έχει συμβεί μετά τη γονιμοποίηση σε κάποια από τις φάσεις κυτταρικής διαίρεσης του ζυγώτη (αρχικού γονιμοποιημένου κυττάρου). Στο μωσαϊκισμό η βαρύτητα της νοητικής υστέρησης είναι περίπου ανάλογη του ποσοστού των τρισωμικών κυττάρων στον εγκέφαλο.

ΠΗΓΗ

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

Φράσεις που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση στα παιδιά






Ο όρος αυτοεκτίμηση χρησιμοποιείται για την απόδοση του αγγλικού όρου self-esteem. Σύμφωνα με τον Stanley Coopersmith, ο οποίος υπήρξε ένας από τους κύριους μελετητές της έννοιας της αυτοεκτίμησης, ο όρος υποδηλώνει την εκτίμηση και τις συνήθεις αντιλήψεις του ατόμου για τον εαυτό του, καθορίζοντας τον βαθμό στον οποίο εκείνο πιστεύει ότι είναι ικανό, επιτυχημένο, σημαντικό και άξιο.
Η αυτοεκτίμηση ενός ατόμου δεν προκύπτει αποκλειστικά από την προσωπική του εμπειρία αλλά απορρέει και από τις κρίσεις και τις στάσεις των άλλων, -των σημαντικών άλλων (γονείς, δάσκαλοι, συμμαθητές, φίλοι, συγγενείς)- ενώ δεν ταυτίζεται πάντα με την πραγματική αξία του ατόμου. Συμβαίνει, λοιπόν, άνθρωποι με πολλές ικανότητες και αρετές να μην διαθέτουν την ανάλογη αυτοεκτίμηση, ενώ, αντίθετα, άλλοι με περιορισμένες δυνατότητες να αναπτύσσουν υψηλή αυτοεκτίμηση.

Η αυτοεκτίμηση χτίζεται σταδιακά και η συνδρομή των γονέων στο χτίσιμό της είναι καθοριστικής σημασίας αφού αυτοί θα πρέπει να ενθαρρύνουν και να ενισχύουν τις δυνατότητες του παιδιού, να το μάθουν ν' αγαπάει και ν΄ αποδέχεται τον εαυτό του και να μην επηρεάζεται από τους άλλους για να κερδίσει την αποδοχή τους. Οι γονείς δεν θα πρέπει ούτε να επαινούν διαρκώς το παιδί ανεξάρτητα από την ποιότητα των δεξιοτήτων του, γιατί έτσι το παιδί θα αναπτύξει αυτάρεσκη στάση, αλλά ούτε και να είναι επικριτικοί και συνεχώς να του κάνουν παρατηρήσεις, γιατί τότε το παιδί θα είναι γεμάτο από ανασφάλειες, φόβους, χαμηλή αυτοεκτίμηση και άλλα αρνητικά συναισθήματα.

Ένα παιδί που διαθέτει αυτοεκτίμηση, στηρίζεται στον εαυτό του, έχει μάθει να λέει "όχι" όταν χρειάζεται, είναι ικανό να δημιουργεί ποιοτικές διαπροσωπικές σχέσεις, ξέρει ν' αγωνίζεται βάζοντας ρεαλιστικούς στόχους για τον εαυτό του, σκέφτεται θετικά και κάνει σωστές επιλογές ως ενήλικας.

Επομένως, είναι πολύ σημαντικό οι γονείς, μέσα από την ενθάρρυνση και την υποστήριξη, να βοηθούν άμεσα και έμμεσα τα παιδιά τους ν' αποκτήσουν υγιή αυτοεκτίμηση.

Μερικές φράσεις που "χτίζουν" την αυτοεκτίμηση του παιδιού είναι:

  • Σ’ αγαπάω γι’ αυτό που είσαι
  • Θα σ' αγαπάω ό,τι και αν κάνεις
  • Δεν είναι κακό να κάνεις λάθος, όλοι μας κάνουμε λάθη
  • Δεν πειράζει, είναι πολύ σημαντικό το ότι προσπάθησες
  • Μπράβο, συνέχισε έτσι, θα τα καταφέρεις
  • Μην στεναχωριέσαι, μαζί θα το αντιμετωπίσουμε
  • Δεν πειράζει αν κλάψεις, θα αισθανθείς καλύτερα.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ Καλλιόπη Κωστέα Μphil Ψυχολογίας,University of Glasgow,UK.
Μaster practitioner in eating disorders and Obesity.
Συντονίστρια σχολών γονέων.
Σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού.
  ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ 

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Το βιβλίο των καλών τρόπων



Πόσες φωνές και φασαρίες έχουν γίνει με τα παιδιά σας (είτε αυτά είναι βιολογικά είτε της τάξης) εξαιτίας της κακής συμπεριφοράς; Τα παιδιά δεν είναι αυτονόητο οτι θα γνωρίζουν απο μόνα τους καλούς τρόπους. Ο περίγυρός τους είναι υπεύθυνος για την εκμάθηση καλών τρόπων και συμπεριφοράς κατάλληλης για κάθε περίσταση. Παρακάτω υπάρχει ο σύνδεσμος με τον οδηγό που έγραψα για την εκμάθηση καλών τροπών εύκολα και διασκεδαστικά! Διαβάστε αυτόν τον οδηγό στα παιδιά σας ή δώστε τον να τον διαβάσουν μόνα τους και διδάξτε τους την ευγένεια μέσα απο απλά λόγια και χαρούμενες εικόνες.

Απευθύνεται σε παιδιά απο 4-11, ετών που είτε έχουν κάποια ειδική εκπαιδευτική ανάγκη είτε όχι.

Το βιβλίο των καλών τρόπων , Πατήστε εδώ

Εκπαίδευση παιδιών στο φάσμα του αυτισμού- Εκπαίδευση Τουαλέτας




 Όλοι οι γονείς περιμένουν τη μέρα που το παιδί τους θα εκπαιδευτεί στη ρουτίνα της τουαλέτας και θα απαλλαγούν από τις πάνες και τις δυσάρεστες “διαδικασίες” που σχετίζονται με αυτές. Πολλά παιδιά τυπικής ανάπτυξης μπορούν να κατακτήσουν τη δεξιότητα αυτή με ευκολία, ακόμα και από το 2ο έτος της ηλικίας τους. Αυτό συχνά επιτυγχάνεται μέσω της παρατήρησης και της μίμησης. Εν τούτοις για ένα παιδί στο φάσμα  του αυτισμού, όπου η μάθηση μέσω της παρατήρησης είναι παρεμποδισμένη, είναι  απαραίτητο να μην ενδώσουμε στον πειρασμό και να περιμένουμε ωσότου το παιδί είναι έτοιμο για την εκπαίδευση τουαλέτας.

Πότε το παιδί μου θα είναι έτοιμο;

Κατά μέσο όρο παιδιά τυπικής ανάπτυξης αρχίζουν την εκπαίδευση τουαλέτας στην ηλικία των 2 ετών και 6 μηνών. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να επιχειρήσουμε την εκπαίδευση τουαλέτας πριν την ηλικία αυτή. Εκτός από την χρονολογική ηλικία θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το αν το παιδί είναι αναπτυξιακά και αντιληπτικά έτοιμο. Αυτό σημαίνει να είναι ικανό να “κρατηθεί” για 60-90 λεπτά, να δείχνει σημάδια πως αντιλαμβάνεται την αίσθηση της γεμάτης κύστης καθώς και να αντιλαμβάνεται την βρεγμένη αίσθηση στο σώμα του. Για παράδειγμα, πολλά παιδιά στο φάσμα του αυτισμού απομονώνονται όταν θέλουν να αφοδεύσουν ή προσπαθούν να δηλώσουν στον ενήλικα την δυσαρέσκεια τους από το βρεγμένο βρακάκι ή πάνα.
Πολύ σημαντικό επίσης για την επιτυχία της εκπαίδευσης είναι η διαχείριση των προβλημάτων συμπεριφοράς καθώς και των στερεοτυπικών συμπεριφορών πριν την εκπαίδευση της τουαλέτας. Οι συμπεριφορές αυτές ενδέχεται να μετατοπίσουν την προσοχή του παιδιού σε γεγονότα που δεν αφορούν την εκπαίδευση τουαλέτας με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται το πρόγραμμα εκπαίδευσης.
Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι η ικανότητα του παιδιού να εντοπίζει την τουαλέτα ανεξάρτητο καθώς και να έχει κατακτήσει σε βασικό επίπεδο ικανότητες ένδυσης και απόδυσης.

Πώς θα αρχίσω;

  • Ο πρώτος στόχος είναι να εξοικειωθεί το παιδί με το να κάθεται στην τουαλέτα. Συνεπώς προτείνονται τουλάχιστον 6 “επισκέψεις” στην τουαλέτα ημερησίως όπου ο στόχος θα είναι, το παιδί να καθίσει στην τουαλέτα για μικρό χρονικό διάστημα (1 λεπτό) και σταδιακά αυξάνουμε τη χρονική διάρκεια. Χρησιμοποιούμε παιχνίδια για να επιτύχουμε την απευαισθητοποίηση αλλά προσοχή – όχι ενισχυτές. Εάν το παιδί ουρήσει κατά τη διαδικασία αυτή του επιτρέπουμε να σηκωθεί αμέσως από την τουαλέτα. ΔΕΝ ξεχνάμε να επιβραβεύουμε έντονα όλες τις επιτυχημένες προσπάθειες. Επίσης παραμένουμε πιστοί στο χρονικό περιθώριο που έχουμε θέσει και αγνοούμε τυχόν “κλάματα” και άλλες παρόμοιες συμπεριφορές του παιδιού.  Ενδεχομένως να πρέπει να κάνουμε την τουαλέτα πιο άνετη για το παιδί. Εκτός από καθισματάκι, χρησιμοποιήστε και ένα σκαμνάκι ώστε να του παρέχει μεγαλύτερη στήριξη στα πόδια.
  • ΔΕ ρωτάμε αλλά προτρέπουμε.  Δεν περιμένουμε το παιδί να μας δείξει ότι θέλει να πάει στην τουαλέτα ή να μας απαντήσει σε σχετική ερώτηση. Αντιθέτως λέμε “πάμε τουαλέτα” και καθοδηγούμε το παιδί.
  • Προγραμματίζουμε.  Ενσωματώνουμε τη διαδικασία στην καθημερινή μας ρουτίνα. Ιδανικά επιλέγουμε τις ίδιες ώρες κάθε μέρα.
  • Επικοινωνούμε. Χρησιμοποιούμε την ίδια λεκτική οδηγία κάθε φορά. Ενσωματώνουμε τη διαδικασία στο ημερήσιο οπτικοποιημένο πρόγραμμα του παιδιού.
  • Επιμένουμε στην προσπάθεια. Δίνουμε χρόνο στο παιδί να κατακτήσει την καινούρια δεξιότητα. Όταν θα έχουμε εξοικειωθεί με τη ρουτίνα και τη διαδικασία της εκπαίδευσης, επιμένουμε στον ίδιο στόχο για 3 εβδομάδες.
  • Επιβραβεύουμε.  Κάθε φορά που το παιδί κάθεται στην τουαλέτα ή ουρεί στην τουαλέτα (εξαρτάται από το ποιος είναι ο στόχος μας)  επιβραβεύουμε έντονα και άμεσα. Επιλέγουμε αγαπημένα σνακ ή παιχνίδια και τα χρησιμοποιούμε μόνο για την διαδικασία της εκπαίδευσης τουαλέτας. Εάν είναι εφικτό τα φυλάσσουμε στο χώρο της τουαλέτας ώστε η επιβράβευση να είναι άμεση. Όσο πιο άμεση η επιβράβευση τόσο αυξάνουμε τις πιθανότητες το παιδί να επαναλάβει στο μέλλον τη συμπεριφορά που θέλουμε.
ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ!
  • Υποστηρίζουμε. Δεν τιμωρούμε τις αποτυχημένες προσπάθειες.
  • Επιβραβεύουμε έντονα και άμεσα με “μοναδικούς” ενισχυτές τις επιτυχημένες προσπάθειες.
  • Παραμένουμε ήρεμοι.
  • Συνέπεια. Παραμένουμε πιστοί και συνεπείς στο πρόγραμμα και τους στόχους μας.
  • Χρησιμοποιούμε πάντα τις ίδιες οδηγίες.
  • Επικοινωνούμε με όλους όσους σχετίζονται με τον παιδί και τους ενημερώνουμε για τις διαδικασίες και τους στόχους.

Πώς θα συνεχίσω;

Μόλις το παιδί και εμείς έχουμε εξοικειωθεί με την παραπάνω διαδικασία, συνεχίζουμε ως εξής:
  • Για τρεις μέρες καταγράφουμε τις ρουτίνες του παιδιού, έτσι ώστε να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα πρόγραμμα τουαλέτας προσαρμοσμένο στις ανάγκες του. Πιο συγκεκριμένα καταγράφουμε πόση ώρα μετά την κατανάλωση υγρών χρειάζεται ώστε να ουρήσει και πόση ώρα μετά το φαγητό χρειάζεται για να αφοδεύσει. Με βάση αυτό το χρονικό περιθώριο θα καθορίσουμε τις επισκέψεις στην τουαλέτα.
  • Σε περίπτωση “ατυχήματος” δεν τιμωρούμε, αλλά προτρέπουμε να πετάξει το παιδί το περιεχόμενο της πάνας στην τουαλέτα, να τραβήξει το καζανάκι καθώς και να πετάξει τα χαρτιά στον κάδο. Αλλά προσοχή δεν κάνουμε αυτή τη διαδικασία “ευχάριστη”.
  • Όποτε είναι εφικτό φοράμε βρακάκι και όχι πάνες ώστε να αντιλαμβάνεται ο το παιδί πότε έχει λερωθεί. Το καλύτερο θα ήταν μόλις το παιδί αρχίσει την εκπαίδευση τουαλέτας να μην φοράει καθόλου πάνες κατά τη διάρκεια της μέρας.
  • Επισκεπτόμαστε διαφορετικές τουαλέτες όταν έχουμε τη δυνατότητα. Με αυτό τον τρόπο το παιδί θα μάθει ότι μπορεί να χρησιμοποιεί διαφορετικές τουαλέτες σε διαφορετικούς χώρους.

 

 

 

Πώς θα δημιουργήσω το πρόγραμμα τουαλέτας του παιδιού μου?

Ένα δομημένο και συνεπές πρόγραμμα τουαλέτας θα βοηθήσει το παιδί να κατακτήσει τη δεξιότητα που θέλουμε. Παράλληλα  ένα γραπτό πρόγραμμα τουαλέτας θα βοηθήσει όλους όσους σχετίζονται (δάσκαλοι, θεραπευτές, άλλα μέλη της οικογένειας) με το παιδί να το εφαρμόσουν, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες επιτυχίας του προγράμματος.
Τι θα πρέπει να περιλαμβάνει:
1. Τον στόχο,π.χ. “Να επισκέπτεται την τουαλέτα 15 λεπτά μετά το φαγητό του και να κάθεται για 3 λεπτά”  ή “Να επισκέπτεται την τουαλέτα κάθε 60-90 λεπτά κατά τη διάρκεια της μέρας και να κάθεται για 3 λεπτά”.
2. Τη ρουτίνα
Πόσο συχνά; Π.χ. “κάθε 15 λεπτά μετά το φαγητό/νερό” ή “κάθε 60 λεπτά κατά τη διάρκεια της μέρας”.
Για πόσο χρόνο;  Π.χ. “για 3 λεπτά”
3. Επικοινωνία- Επιβράβευση
Τις λέξεις που είναι εξοικειωμένο το παιδί κατά τη διαδικασία εκπαίδευσης τουαλέτας. Για παράδειγμα λέξεις “κωδικούς” για την ούρηση ή την αφόδευση.  Την οδηγία που του δίνετε για να πάει στην τουαλέτα π.χ. «Πάμε τουαλέτα”.  Τι χρησιμοποιείτε για επιβράβευση;

Παράδειγμα:
Στόχος :(π.χ.: να κάθεται στην τουαλέτα, ουρεί κτλ)  
Πόσο συχνά:(πχ: μετά το γεύμα-μέσα στη μέρα)  
Για πόση ώρα:(π.χ. 3 λεπτά)  
Επικοινωνία  
Επιβράβευση  

Συχνές Ερωτήσεις

Το παιδί μας θα πάει τουαλέτα στο σχολείο αλλά αρνείται να πάει στην τουαλέτα στο σπίτι, τι να κάνουμε?
Πολύ συχνά τα παιδιά στο φάσμα του αυτισμού μαθαίνουν μια καινούργια δεξιότητα στο σχολείο αλλά δυσκολεύονται να τη γενικεύσουν στο σπίτι. Πιθανότατα μια λύση θα ήταν να χρησιμοποιεί διαφορετικές τουαλέτες στο σχολείο. Επίσης στο σπίτι, ξεκινήστε την εκπαίδευση από το πιο απλό βήμα: συχνές “βόλτες” στο μπάνιο. “Σπάστε” τη διαδικασία εκπαίδευσης σε πολύ απλά βήματα και στοχεύστε σε ένα από αυτά, ιεραρχικά κάθε φορά. Κάντε εξάσκηση σε διαφορετικές τουαλέτες όταν έχετε την ευκαιρία.
Ενώ πραγματοποιούμε το πρόγραμμα τουαλέτας για μεγάλο χρονικό διάστημα το παιδί ακόμα φοράει πάνες. Τι να κάνουμε;
  1. Βεβαιωθείτε ότι δεν υπάρχει κάποιο ιατρικό πρόβλημα.
  2. Ανατρέξτε στο πρόγραμμα τουαλέτας και βεβαιωθείτε ότι το παιδί πηγαίνει στην τουαλέτα όταν αναμένεται να ουρήσει ή να αφοδεύσει.
  3. Αναζητήστε “ισχυρότερους ενισχυτές” για επιβράβευση.
  4. Εάν ακόμα παρουσιάζονται προβλήματα αναζητήστε βοήθεια ειδικού. Η μέθοδος που προτάθηκε μπορεί να είναι κατάλληλη για παιδιά στο φάσμα του αυτισμού αλλά μιας και το κάθε παιδί είναι μοναδικό, μπορεί να χρειάζονται τροποποιήσεις στη μέθοδο εκπαίδευσης και παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας.

Κάτι για το τέλος:

Δίνουμε βάση στην επιτυχία και όχι στην αποτυχία.
Επιμένουμε και παραμένουμε θετικοί. Έρευνες έχουν δείξει ότι σε παιδιά με αυτισμό, η εκπαίδευση τουαλέτας μπορεί να κρατήσει έως και 1 χρόνο ( Dalrymple and Ruble , 1992), αλλά τι είναι ένας χρόνος μπροστά σε μια ολόκληρη ζωή απαλλαγμένη από “ατυχήματα”

Συγγραφέας : Ιωάννα Παναγιωτοπούλου
Πηγή : ikidcenters

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Ποιες είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και πώς αναγνωρίζονται


Αν το παιδί κατά τη διάρκεια της Α΄ Δημοτικού παρουσιάσει προβλήματα, οι γονείς θα πρέπει να εξετάσουν και να αρχίσουν να αναρωτιούνται αν αυτά σχετίζονται με την ωρίμανση του παιδιού ή υπάρχουν ενδείξεις κάποιας μαθησιακής δυσκολίας.
Προς το τέλος της Α΄ με αρχή της Β΄ Δημοτικού, ένα παιδί μπορεί να εμφανίσει τα πρώτα συμπτώματα δυσλεξίας ή άλλης μαθησιακής δυσκολίας. Οι πρώτες ενδείξεις είναι συνήθως ότι παρουσιάζει δυσκολία με την εκμάθηση της Ανάγνωσης και της Γραφής, προσθέτει ή αφαιρεί γράμματα σε λέξεις ή παραλείπει ολόκληρες λέξεις διαβάζει ή γράφει, έχει προβλήματα στο να μάθει να λέει την ώρα, γράφει πολύ αργά και δεν προλαβαίνει ολοκληρώσει τις εργασίες του μαζί με τα άλλα παιδάκια στην τάξη. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι το παιδί δεν είναι έξυπνο. Τα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες διαθέτουν νοημοσύνη μέσου όρου και πάνω, αλλά απλώς έχουν μια ειδική δυσκολία σε κάποιο νοητικό τομέα. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το διαγνώσει ένας ειδικός σχολικός ψυχολόγος. Οι μαθησιακές δυσκολίες δεν έχουν σχέση με τη νοημοσύνη ενός παιδιού. Οφείλονται σε μια διαφορετική λειτουργία του εγκεφάλου, η οποία επηρεάζει τη λήψη και την επεξεργασία μιας πληροφορίας. Τα παιδιά που παρουσιάζουν τέτοιες ιδιαιτερότητες απλά βλέπουν, ακούν και αντιλαμβάνονται τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο. Συνήθως οι γονείς, όταν ανακαλύψουν ότι κάτι δεν πάει καλά στην ανάπτυξη του παιδιού τους, νιώθουν άβολα και αμήχανα. Είναι άσκοπο να το πιέζετε, αφού δεν μπορεί να προσπαθήσει περισσότερο ή να συγκεντρωθεί από μόνο του, αν δεν του δείξετε τον κατάλληλο τρόπο για να το πετύχει. Να θυμάστε ότι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόμαστε εμείς, έχει περισσότερη επίδραση στην εξέλιξη του παιδιού από όσο φανταζόμαστε.

Οι πιο συνηθισμένες μαθησιακές δυσκολίες
ΔΥΣΛΕΞΙΑ
Είναι η εξελικτική δυσκολία στην επεξεργασία του γραπτού λόγου και κατά συνέπεια δυσκολία στην ανάγνωση, δυσανάλογα επίμονη προς την ηλικία και το νοητικό δυναμικό του μαθητή, και επίσης επίμονη αδυναμία στην εκμάθηση της ορθογραφίας των λέξεων. Σε πολλές περιπτώσεις, η δυσλεξία φαίνεται να κληρονομείται. Δεν είναι ασθένεια, αλλά μια διαφορετικότητα στη δομή του εγκεφάλου, η οποία χρειάζεται ένα διαφορετικό τρόπο διδασκαλίας. Τα άτομα με δυσλεξία είναι χαρισματικά και πολύ παραγωγικά.

Τα σημάδια
 - Δυσκολίες στην ανάγνωση (αργός ρυθμός ανάγνωσης, διστακτική και συλλαβική ανάγνωση, λάθη σε επίπεδο σύγχυσης βασικών αντιστοιχιών ήχων και γραπτών συμβόλων, λάθη με οπτικές ομοιότητες γραμμάτων, παράλειψη, αντικατάσταση, αντιμετάθεση γραμμάτων, συλλαβών ή και λέξεων, ελλιπής κατανόηση του κειμένου, χάσιμο της σειράς του βιβλίου).
 - Δυσκολίες στη γραφή (πολλά ορθογραφικά λάθη, παραλείψεις, προσθέσεις, αντιμεταθέσεις, αντικαταστάσεις γραμμάτων, συλλαβών & λέξεων, κακογραφία, ακαταστασία, μουντζούρες στο γραπτό, αδικαιολόγητα κενά, κατάργηση των διαστημάτων, απουσία σημείων στίξης, απουσία κεφαλαίων ή παρεμβολή τους ανάμεσα στα πεζά).
 - Δυσκολίες στα μαθηματικά (προβλήματα στην άμεση μνήμη, όταν ενασχολούνται με αριθμητικές πράξεις, απώλεια θέσης ή σειράς στην πρόσθεση στηλών με αριθμούς, δυσκολία εκμάθησης της προπαίδειας).

Ο δυσλεξικός μαθητής...
...Έχει μέση μέχρι πολύ υψηλή νοημοσύνη, που χαρακτηρίζει όλες τις πλευρές της καθημερινής του ζωής.
...Σύμφωνα με τη συμπεριφορά του στο σχολείο και στο σπίτι, δείχνει πως είναι πολύ πιο έξυπνος και δημιουργικός από ο, τι φανερώνει η επίδοσή του στην ανάγνωση, τη γραφή και μερικές φορές την αριθμητική.
...Είναι συνήθως το παρεξηγημένο παιδί, που χαρακτηρίζεται συχνά ως τεμπέλικο, ανυπάκουο, αδιάφορο για σχολική μάθηση και ίσως ως «επαναστάτης» της τάξης.

ΔΥΣΑΡΙΘΜΗΣΙΑ
Είναι η δυσκολία στην εκμάθηση των μαθηματικών εννοιών και δεξιοτήτων, παρά την απουσία εμφανούς διαταραχής, όπως κάποιο σύνδρομο ή νοητική υστέρηση. Η δυσαριθμησία μπορεί να είναι: α) αναπτυξιακή ή εξελικτική β) επίκτητη. Στην πρώτη περίπτωση, αναφερόμαστε σε άτομα σχολικής ηλικίας (μαθητές) που για πρώτη φορά έρχονται σε επαφή και αποκτούν μαθηματικές γνώσεις και δεξιότητες. Η δεύτερη αφορά άτομα που έχουν μάθει μαθηματικά, αλλά αργότερα, κατά την παιδική/εφηβική ή συχνότερα ενήλικη ζωή τους, χάνουν αυτή την ικανότητά τους, κάτι που οφείλεται σε μια επίκτητη διαταραχή που συνδέεται με κάποια βλάβη στον εγκέφαλο. Ο όρος «αναπτυξιακή» σημαίνει απλώς ότι το παιδί δεν αποκτά εύκολα μαθηματικές γνώσεις και δεξιότητες, και το πρόβλημα συνδέεται με την ποιότητα της αρχικής του μάθησης.

Τα σημάδια
 - Δυσκολίες στην τέλεση απλών μαθηματικών πράξεων (εμμονή στο μέτρημα με δάχτυλα, μεγάλο διάστημα περισυλλογής) και στην αντίληψη ποσοτήτων και μεγεθών.
 - Αδυναμία προσανατολισμού και συσχετισμών στα «αριθμητικά διαστήματα» : 1-100, 1-1000 κλπ.
 - Αδυναμία συγκράτησης πρόσφατων μαθηματικών θεμάτων και εννοιών, παρ' όλη την επανάληψη.
 - Δυσκολίες στην αφαίρεση και στη διαίρεση, περισσότερο από ο, τι στην πρόσθεση.
 - Δυσκολίες προσανατολισμού στο χώρο, σύγχυση των εννοιών «δεξιά» και «αριστερά».
 - Μνήμη μικρής διάρκειας σε πρόσφατες μαθηματικές έννοιες, προπαίδεια κ. α.
 - Μη επιθυμητά αποτελέσματα με την εξάσκηση και τη μελέτη.
 - Δυσκολία στην επιλογή των απαραίτητων πράξεων για τη σωστή επίλυση προβλημάτων.

ΔΥΣΓΡΑΦΙΑ Είναι μια νευρολογική διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από δυσκολίες στη γραφή, με παραμορφώσεις ή λάθη. Τα παιδιά με αυτή τη διαταραχή σχηματίζουν γράμματα με λάθος μέγεθος ή και κατεύθυνση ή γράφουν λανθασμένες και με ορθογραφικά σφάλματα λέξεις, παρά τις οδηγίες για το αντίθετο. Επίσης, είναι πιθανό να έχουν και άλλες δυσκολίες μαθησιακές, αλλά συνήθως δεν έχουν κοινωνικές δυσκολίες.

Τα σημάδια
- Ασκείται πολύ μεγάλη ή πολύ μικρή πίεση στο εργαλείο γραψίματος (μολύβι, πινέλο).
- Τα γράμματα δεν τοποθετούνται πάνω στη γραμμή.
- Τα γράμματα είναι δυσανάγνωστα.
- Το γράψιμο είναι πολύ αργό.
- Το γράψιμο δεν κινείται οριζόντια, αλλά κλίνει προς τα πάνω ή προς τα κάτω.
- Οι σειρές συγκλίνουν.
- Τα διαστήματα μεταξύ των λέξεων είναι ανομοιογενή.
- Το μέγεθος των γραμμάτων δεν είναι σταθερό.
- Κάποια γράμματα δεν σχηματίζονται ολοκληρωμένα.
- Το γράψιμο φαίνεται κοπιαστικό.

ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΙΑ
Η αιτιολογία της δυσαναγνωσίας δεν είναι σαφής, όπως συμβαίνει και με την πλειοψηφία των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών. Τα αίτιά της μπορεί να ποικίλλουν. Οι περισσότερες σύγχρονες έρευνες συμπεραίνουν ότι πρόκειται για πρόβλημα στην καταγραφή και επεξεργασία αυτού που βλέπουμε την ώρα της ανάγνωσης και μπορεί να επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι το περιβάλλον ή το φως. Πρόκειται για ανικανότητα του εγκεφάλου να αποκωδικοποιήσει οπτικά ερεθίσματα του κειμένου. Άλλη παράμετρος που ενδεχομένως μπορεί να εμπλέκεται είναι η φωνολογική αποκωδικοποίηση των ήχων. Όπως και να έχει, είναι γεγονός ότι μπορούμε να υποψιαστούμε από πολύ μικρή ηλικία ότι το παιδί μας παρουσιάζει ανάλογη δυσκολία. Στην αντιμετώπιση του προβλήματος, καθοριστικό ρόλο παίζει η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση από το λογοθεραπευτή, που λύνει το πρόβλημα από τη ρίζα του. Έτσι, ανάλογα με το παιδί και το είδος της διαταραχής, η λύση μπορεί να είναι άμεση ή μακροχρόνια, εφόσον στην προκειμένη περίπτωση επιλεγεί και καθοριστεί το ιδανικό θεραπευτικό πρόγραμμα, προσαρμοσμένο στις ανάγκες του εκάστοτε μαθητή.

Τα σημάδια
 - Δυσκολίες στην αποκωδικοποίηση (κομπιαστή ανάγνωση).
 - Λάθη (αντικαταστάσεις, παραλήψεις, αντιμεταθέσεις).
 - Αντικαταστάσεις λέξεων.






ΔΥΣΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ
Είναι μία από τις τρεις διαταραχές που απαρτίζουν την ομάδα των Ειδικών Μαθησιακών Δυσκολιών. Αφορά τη δυσκολία της γραφής, τόσο στο επίπεδο της λέξης όσο και στο επίπεδο της πρότασης και της σύνταξης γραπτής παραγράφου. Τα λάθη των παιδιών με δυσορθογραφία μπορούν να ταξινομηθούν σε επτά μεγάλες κατηγορίες:
1α. Λάθη στην τοποθέτηση των γραφημάτων στο χώρο
 - Αντικατάσταση γραμμάτων από άλλα γειτονικών μορφών.
 - Διαφορετικά προσανατολισμένα (ε - 3, ρ - 9, δ - 2).
 - Γειτονικής μορφής (χ - γ).
1β. Αντιστροφές
 - Αντιστροφή αρχικού φωνήεντος (αρ - Ρα).
 - Αντιστροφές μέσα στη συλλαβή ή σε διαδοχικά σύμφωνα (τρία - τίρα).
 - Παράλειψη γραμμάτων ή συλλαβών.
 - Πρόσθεση γραμμάτων ή συλλαβών.
 - Σύνδεση των λέξεων (της μαμάς του - της μαμάστου).
2. Φωνολογικά λάθη
 - Αντικατάσταση άηχου ηχηρού φωνήματος.
 - Απλοποίηση συμπλέγματος (βάφτισα - βάφισα).
 - Αφομοίωση (παγώνω - παγώγω).
 - Επένθεση (κλαίω - καλαίω).
 - Παραποίηση φωνηέντων (πέντε - πέντα).
3. Λάθη χρήσης (ιστορική ορθογραφία) (ωραίος - ορέος, κοιμάμαι - κιμάμαι).
4. Λάθη στη χρήση διαφορετικών γραμμάτων ενός ίδιου ήχου (ευχαριστώ - εφχαριστώ, ευαίσθητος - εβαίσθητος).
5. Λάθη συμφωνίας γραμματικής κλίσης. Τα παιδιά με δυσορθογραφία μπορεί να γνωρίζουν τους γραμματικούς κανόνες, αλλά δεν μπορούν να τους εφαρμόσουν.
6. Αντικατάσταση λέξεων (γάτα - σκύλος).
7. Ομόηχες λέξεις (λίπη - λύπη - λείπει).

ΔΥΣΠΡΑΞΙΑ
Ο όρος αναφέρεται σε ειδική διαταραχή της περιοχής της ανάπτυξης των κινητικών δεξιοτήτων. Τα άτομα με δυσπραξία έχουν τη δυσκολία να σχεδιάσουν και να ολοκληρώσουν μια πράξη. Υπολογίζεται ότι περίπου το 6% των παιδιών εμφανίζει σημάδια δυσπραξίας, και το 70% αυτών είναι αγόρια. Η δυσπραξία μπορεί να επηρεάσει διαφορετικές περιοχές της λειτουργικότητας, που ποικίλλει ανάμεσα σε ένα απλό κινητικό έργο, όπως είναι η χειρονομία του χαιρετισμού, και σε περισσότερο περίπλοκα έργα, όπως είναι το πλύσιμο των δοντιών. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, αν ένα παιδί παρουσιάζει τέτοιου είδους δυσκολίες, όπως αυτές που περιγράφονται παρακάτω, δεν είναι απαραίτητο να έχει δυσπραξία. Αν, όμως, ένα άτομο εμφανίζει δυσκολίες αυτού του τύπου, για αρκετό χρονικό διάστημα, επιβάλλεται η εξέτασή του από ειδικό, για να διερευνηθεί η πιθανότητα εμφάνισής της.

Τα σημάδια
 - Η δυσπραξία προκαλεί δυσκολία στην ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των παιδιών, τα οποία μπορεί να έχουν προβλήματα στις σχέσεις με τους συνομηλίκους τους. Μολονότι είναι έξυπνα, ωστόσο φαίνονται ανώριμα, και μερικά μπορεί να αναπτύξουν φοβίες και ψυχαναγκαστική συμπεριφορά.
 - Οι δυσκολίες συντονισμού των κινήσεων δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα στο μάθημα της Φυσικής Αγωγής και σε άλλες αθλητικές δραστηριότητες.
 - Οι δυσκολίες στη γραφή, όπως τα κακοσχηματισμένα γράμματα, το κράτημα του μολυβιού και το αργό γράψιμο, μπορεί να καταστήσουν τη σχολική εργασία απογοητευτική.

ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΠΡΟΣΟΧΗΣ & ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ
Πολλά παιδιά, ιδιαίτερα στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, χαρακτηρίζονται από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς ζωηρά, υπερκινητικά, απρόσεκτα, δραστήρια ή ανυπάκουα. Αυτή η συμπεριφορά, αν και δυσκολεύει τη ζωή των γονέων και των δασκάλων, θεωρείται έως μια ηλικία φυσιολογική. Παρ' όλα αυτά, όμως, επιβαρύνουν την καθημερινή ζωή του παιδιού, καθώς και τη σχολική επίδοσή του. Τι γίνεται, όμως, όταν ένα παιδί δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σχεδόν καθόλου στα μαθήματά του; Τι γίνεται, όταν δεν μπορεί να κάνει τις εργασίες του; Όταν δεν έχει την υπομονή να καθίσει σε ένα σημείο σχεδόν ποτέ; Τότε, πιθανόν το παιδί να πάσχει από Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ - Υ). Η διαταραχή αυτή είναι πολύ συχνή κυρίως στα αγόρια και τα χαρακτηριστικά της είναι τρία: η υπερκινητικότητα, η ελλειμματική προσοχή και η παρορμητικότητα.

Τα σημάδια
- Το παιδί είναι υπερβολικά δραστήριο σε σχέση με τα παιδιά της ηλικίας του, και είναι σχεδόν αδύνατο να παραμείνει ήρεμο.
- Είναι αφηρημένο και χάνει τα πράγματά του.
- Δεν έχει υπομονή να ακούσει οδηγίες.

Τρόποι αντιμετώπισης μαθησιακών δυσκολιών
Η έγκυρη αναγνώριση και συνειδητοποίηση από τους γονείς των ψυχολογικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών παραγόντων που εμπλέκονται στο πρόβλημα του παιδιού τους είναι το πιο σημαντικό εφόδιο στην προσπάθεια σχεδιασμού μιας αποτελεσματικής παρέμβασης, που κυρίως στοχεύει να ενισχύσει την αίσθηση ικανότητας, αυτάρκειας και προσωπικού ελέγχου που έχει το παιδί για ο, τι αφορά τη ζωή του. Οι προσπάθειες, τόσο των γονιών όσο και των εκπαιδευτικών, θα πρέπει να έχουν ως γνώμονα και τελικό στόχο:
 - Τη διαμόρφωση στο σπίτι και στο σχολείο ενός περιβάλλοντος όπου το παιδί όχι μόνο θα πετύχει, αλλά και θα βιώσει αυτή του την επιτυχία ως αποτέλεσμα κυρίως των δικών του προσπαθειών και ικανοτήτων. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να ενδυναμώσουμε το παιδί και να ενισχύσουμε την αίσθηση ότι έχει το ίδιο προσωπικά τον έλεγχο και την ευθύνη για τη ζωή του. Οι γονείς δεν πρέπει να κάνουν εκείνοι τη «δουλειά» του παιδιού, αλλά να το βοηθήσουν να οργανώσει τις προσπάθειες και τις δυνάμεις του με τέτοιον τρόπο, ώστε να επιτύχει μόνο του το επιθυμητό αποτέλεσμα. Με αυτό τον τρόπο, επικοινωνούν στο παιδί την αποδοχή και την εκτίμησή τους, ενισχύουν την αυτοπεποίθησή του, βοηθούν στην εσωτερική του ηρεμία, το κινητοποιούν να πετύχει περισσότερα, ενώ ενθαρρύνουν την αυτονομία του.
 - Τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που ενισχύει την πεποίθηση στο παιδί ότι τα λάθη και οι αποτυχίες δεν είναι μόνο αποδεκτά, αλλά και αναμενόμενα, και πρέπει να τα βλέπουμε ως ευκαιρίες για μάθηση. Με άλλα λόγια, να επιδιώκουμε να πείσουμε τα παιδιά που είναι ευάλωτα σε αποτυχίες - πολλά εκ των οποίων νιώθουν ηττημένα και κουρασμένα μετά από χρόνια απογοητεύσεων και αποτυχιών - ότι οι αποτυχίες τους μπορεί να τα οδηγήσουν στην επιτυχία.
 - Την επίτευξη ενός δημιουργικού διαλόγου με το παιδί, ο οποίος θα ενισχύσει το κριτικό του πνεύμα και την πληροφόρησή του σχετικά με τη χρήση αποτελεσματικών «τεχνικών μάθησης» και επικοινωνίας. Συναισθηματικές αντιδράσεις των γονιών, όπως ο θυμός, η γελοιοποίηση ή ο χλευασμός του παιδιού, πρέπει να αποφεύγονται. Ο γονιός δεν πρέπει να ξεχνά ότι το παιδί έχει πρόβλημα με τον έλεγχο της συμπεριφοράς του. Αντί να του πει: «Εάν προσπαθούσες περισσότερο, θα τα πήγαινες καλύτερα...» ή «Εάν έδειχνες πιο συχνά την απαραίτητη προσοχή και δεν τεμπέλιαζες, θα είχες καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο», θα ήταν πιο αποτελεσματικό να του πει: «Νομίζω ότι προσπαθείς, πιστεύω όμως ότι το πρόβλημα μπορεί να οφείλεται στο ότι οι τρόποι / τεχνικές που χρησιμοποιείς για να μάθεις δεν είναι οι καλύτερες δυνατές». Τέτοιου είδους σχόλια βοηθούν το παιδί να σκεφτεί, χωρίς να προκαλούν την επιθετικότητά του ή να ενισχύουν την άρνησή του.

Τα ειδικά τεστ
Υπάρχουν διάφορα τεστ, τα οποία εξετάζουν όλο το νοητικό προφίλ του παιδιού. Πώς σκέφτεται λεκτικά, πώς σκέφτεται πρακτικά, και ανάλογα με τις αντιδράσεις του ο ειδικός καταλαβαίνει αν έχει προβλήματα τα οποία χρειάζονται ειδική αντιμετώπιση και συμβουλεύει τους γονείς ακριβώς τι να κάνουν για να περιορίσουν τις συγκεκριμένες δυσκολίες. Οπωσδήποτε, το να έχει ένα παιδί μια ειδική μαθησιακή δυσκολία δεν δείχνει κάποια μειονεξία, το αντίθετο μάλιστα, σημαίνει ότι έχει το χάρισμα να σκέφτεται με πολυδιάστατο τρόπο. Όπως, για παράδειγμα, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι και ο Γουόλτ Ντίσνεϊ που ήταν δυσλεκτικοί. Όμως, συχνά οι γονείς, επειδή δεν γνωρίζουν πολλά, φοβούνται να το ερευνήσουν έγκαιρα και περιμένουν να το αντιμετωπίσουν όταν το παιδί τελειώνει το Δημοτικό και πάει στο Γυμνάσιο, όπου τότε είναι λίγο αργά. 
 
ΠΗΓΗ: imommy.gr
Συγγραφέας:  Μαρία Σκαπέρα (Μ. Ed. ψυχοπαιδαγωγός, εκπαιδευτική σύμβουλος)

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Διαταραχές λόγου και ομιλίας στα παιδιά



"Διαταραχή λόγου και Ομιλίας.  Είναι μια διαταραχή κατά την οποία εμφανίζονται δυσκολίες στην αντίληψη, επεξεργασία και οργάνωση των ήχων σε λέξεις στο φωνολογικό σύστημα της γλώσσας. Δηλαδή μια ολόκληρη ομάδα ήχων δεν έχει κατακτηθεί σωστά και συνεπώς πολλαπλοί ήχοι προφέρονται λανθασμένα, ενώ δεν θα έπρεπε σύμφωνα με τη χρονολογική ηλικία του παιδιού."


Οι δυσκολίες αυτές συχνά εμφανίζονται κατά την παιδική ηλικία και μπορεί να γίνουν μακροχρόνιες. Επίσης, μπορεί να εμφανιστούν για πρώτη φορά και αργότερα σε ενήλικες ως αποτέλεσμα εγκεφαλικού επεισοδίου, τραύματος ή ασθένειας.
"Η Διαταραχή λόγου και Ομιλίας είναι πιο συχνή στα αγόρια. Περίπου το 3% των παιδιών προσχολικής ηλικίας και το 2% των παιδιών ηλικίας 6 – 7 παρουσιάζουν φωνολογική διαταραχή. Από την ηλικία των 17 ετών, μόνο το 0,5% του πληθυσμού πλήττεται. Οι εξελικτικές φωνολογικές διαταραχές μπορεί να εμφανιστούν σε συνδυασμό με άλλες διαταραχές της επικοινωνίας, όπως ο τραυλισμός, η ειδική γλωσσική διαταραχή (SLI), ή απραξία του λόγου (developmental apraxia of speech)."

Συμπτώματα:

  • Αποτυχία να παράγουν και να χρησιμοποιούν κατάλληλα συγκεκριμένους ήχους με αποτέλεσμα η ομιλία τους να είναι δυσκατάληπτη.
  • Πτώση συλλαβών (π.χ. μπα αντί για μπάλα, νανα αντί για μπανάνα)
  • Αντικαταστάσεις ήχων (π.χ. θουπα αντί για σούπα)
  • Απλοποιήσεις ή απαλοιφές ήχων (π.χ. πιτι αντί για σπίτι)
  • Αντιμεταθέσεις ή αντίστροφες ήχων ή συλλαβών (π.χ. παιδόποτος αντί για παιδότοπος)

Συνέπειες εάν δεν παρέμβουμε

Η έγκαιρη διάγνωση και αποκατάσταση των Διαταραχών λόγου και Ομιλίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την περαιτέρω πορεία του παιδιού και την αποφυγή άλλων δυσκολιών όπως:

1. Χαμηλή αυτοεκτίμηση και προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Η κακή ποιότητα ομιλίας θέτει πολλές φορές το παιδί στη δυσάρεστη κατάσταση να μη γίνεται κατανοητό από τους άλλους. Επιπλέον, οι συμμαθητές του είναι πολύ πιθανόν να κοροϊδεύουν την αδυναμία του να μιλήσει σωστά, ακόμα και να το απομονώνουν όταν δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν μαζί του. Τέτοιου είδους εμπειρίες έχουν συνήθως αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην εμπιστοσύνη του παιδιού στην ικανότητα επικοινωνίας του όσο και στις διαπροσωπικές του σχέσεις και στην αυτοεκτίμησή του γενικότερα.

2. Προβλήματα συμπεριφοράς
Τα παιδιά με προβλήματα στην ομιλία, λόγω της αδυναμίας τους να εκφραστούν λεκτικά και να επικοινωνήσουν αποτελεσματικά με τους άλλους, συχνά εμφανίζουν προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά, ακόμη και επιθετικότητα.

3. Εμφάνιση μαθησιακών δυσκολιών στο δημοτικό σχολείο
Με την είσοδο όμως του παιδιού στο δημοτικό, η φωνολογική διαταραχή αντικατοπτρίζεται και στο γραπτό λόγο, όπου το παιδί αποκωδικοποιεί τη λέξη λανθασμένα και τη γράφει όπως την προφέρει. Έτσι, συχνά εμφανίζονται μαθησιακές δυσκολίες, οι οποίες δυσχεραίνουν τη σχολική του επίδοση και απαιτούν χρόνο και εκπαίδευση για να αποκατασταθούν.

ΠΗΓΗ :
ikidcenters.com

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Αυτισμός και μέθοδος TEACCH- Πώς μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά με αυτισμό;




TΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΟ T E A C C H
(Treatment Εducation of Autistic and Communication handicapped Children)

• Τι είναι :
Το TEACCH μεταφράζεται ως “Θεραπεία και Εκπαίδευση Παιδιών με Αυτισμό και Διαταραχές Επικοινωνίας“. Πρόκειται για ένα κρατικό πρόγραμμα, που υλοποιήθηκε το 1972 στην Ψυχιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας των ΗΠΑ ως συνέχεια μίας ερευνητικής δουλειάς, που είχε αρχίσει από το 1966.
Αποτελεί ένα πρόγραμμα εναλλακτικής εκπαίδευσης, που ενσωματώνει παρεμβάσεις στο περιβάλλον του παιδιού και στο ημερήσιο πρόγραμμά του. Στηρίζεται στη δομημένη διδασκαλία και στη δόμηση του φυσικού περιβάλλοντος, του καθημερινού προγράμματος, των δραστηριοτήτων και του υλικού και στη χρήση οπτικών συνθημάτων για την ενίσχυση της επικοινωνίας. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι εξατομικευμένο, ανάλογο του αναπτυξιακού επιπέδου του παιδιού και ενσωματώνει συμπεριφορικές και γνωστικές τεχνικές για την προώθηση της επικοινωνίας και της κοινωνικότητας . Μπορεί να εφαρμοστεί για δόμηση του σχολικού περιβάλλοντος αλλά και στο σπίτι.
• Τι είναι η δομημένη διδασκαλία :
Η δομημένη διδασκαλία είναι μια στρατηγική που αναπτύχθηκε για διδασκαλία παιδιών με αυτισμό σε περιβάλλον τάξης, για να τα βοηθήσει να κατανοήσουν τι αναμένεται και πώς να λειτουργήσουν αποτελεσματικά σ’ αυτό. Βελτιώνεται έτσι η συμπεριφορά τους , δημιουργώντας κατάλληλα και κατανοητά περιβάλλοντα που δεν προκαλούν άγχος και ανησυχία.
Όλες οι σχετικές μελέτες έχουν δείξει ότι το δομημένο ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχει το πιο ευνοϊκό αποτέλεσμα σε νεαρά παιδιά με αυτισμό. Αυτά τα ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα παρέχουν το είδος και την ποσότητα σαφήνειας και προβλεψιμότητας που χρειάζονται τα παιδιά αυτά για να ενισχυθεί η ανάπτυξή τους. Όταν τους παρέχουμε δομή, τα βοηθάμε να οργανωθούν και να ανταποκριθούν καλύτερα στο περιβάλλον τους.
 Τα είδη δομής που ενσωματώνει το TEACCH είναι:


  
Α) Φυσική οργάνωση : Η φυσική διάταξη της τάξης είναι πολύ σημαντική. Η χρήση οπτικά ξεκάθαρων περιοχών και ορίων για συγκεκριμένες δραστηριότητες βοηθά τα παιδιά να αντιληφθούν καλύτερα το περιβάλλον. Ένα ξεκάθαρα οργανωμένο δωμάτιο τονίζει τις συγκεκριμένες δραστηριότητες
Β) Ημερήσιο πρόγραμμα : Είναι το ημερήσιο εξατομικευμένο πλάνο του παιδιού που το ενημερώνει για τις δραστηριότητες της ημέρας του. Τον ενημερώνει για το τι πρόκειται να συμβεί, καθώς και την σειρά με την οποία πρόκειται να συμβεί, με τρόπο που να μπορούν να το δουν και να το κατανοήσουν. Με τον τρόπο αυτό μπορούν να αλλάζουν δραστηριότητες και δεν παραμένουν προσκολλημένα σε μια ρουτίνα. Τους βοηθάει επίσης να προβλέπουν γεγονότα και να είναι διαρκώς ενήμερα για το τι θα κάνουν παρακάτω, μειώνοντας έτσι το άγχος που προέρχεται από το να μην γνωρίζουν τι να περιμένουν και πότε να το περιμένουν.
Γ) Σύστημα εργασίας : Αποτελεί τον τρόπο οργάνωσης μιας δραστηριότητας στο σχολείο ή στο σπίτι. Πληροφορεί τους μαθητές τι να κάνουν όταν βρίσκονται στους ανεξάρτητους χώρους εργασίας χωρίς επίβλεψη από τον θεραπευτή. Τα ατομικά αυτά συστήματα εργασίας μεταφέρουν 4 ειδών πληροφορίες
1. Ποια εργασία πρέπει να κάνουν
2. Πόση είναι αυτή η εργασία
3. Πως θα καταλάβουν ότι τελείωσαν
4. Τι θα συμβεί μετά την ολοκλήρωσή της
Ανάλογα με το λειτουργικό επίπεδο του παιδιού μετατρέπουμε και το σύστημα εργασίας π.χ. ένα υψηλά λειτουργικό παιδί μπορεί να έχει ένα γραπτό σύστημα εργασίας ενώ για ένα χαμηλότερα λειτουργικό παιδί μπορεί να χρησιμοποιηθούν εικόνες, σύμβολα, χρώματα, αντικείμενα κτλ.
Δ) Οπτική δομή : Είναι πολύ σημαντική και μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους όπως, οπτική σαφήνεια ( διακριτά υλικά, ξεκάθαρα καθήκοντα), οπτική οργάνωση(οργάνωση των υλικών για αποτελεσματικότερη επεξεργασία πληροφοριών) και οπτικές οδηγίες (οπτική αναπαράσταση του πως πρέπει να γίνει κάτι )

ΠΗΓΗ
childit.gr